22 January 2014

Οι εντυπώσεις ενός Ιρλανδού
Αιδεσιμώτατου για τα περίπτερα

My blog essay and photographs from Rethymnon last September on the corner kiosks that are part and parcel of life on every Greek street, has been translated into Greek and is published this morning [22 January 2014] on the Athens-based website MultiKulti.gr which is introduces immigrants to the riches of daily life in Greece and Greeks to the riches of the cultural life of immigrants.

The headline reads:

‘An Irish priest’s impressions of the periptera’

Οι εντυπώσεις ενός Ιρλανδού
Αιδεσιμώτατου για τα περίπτερα


Του Patrick Comerford

Πώς θα μπορούσε να συνεχιστεί κανονικά η καθημερινή ζωή στην Οδό Τσουδερών χωρίς αυτή τη μοναδική συμβολή στον ρυθμό και τον χαρακτήρα της καθημερινότητας; (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Τη μέρα που έφτασα στο Ρέθυμνο, πέρυσι, αισθάνθηκα λύπη που είδα το περίπτερο δίπλα από την τράπεζα στην οδό Τσουδερών να είναι κλειστό, με τα ρολλά κατεβασμένα και κλειδαμπαρωμένο με λουκέτα. Ο χειρότερος φόβος μου ήταν ότι είχε κλείσει για τα καλά λόγω της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας.

Οι φόβοι μου ξεπεράστηκαν όταν την επόμενη μέρα άνοξε και πάλι. Πώς θα μπορούσε να συνεχιστεί η ζωή στην οδό Τσουδερών χωρίς αυτή τη μοναδική συνεισφορά στον ρυθμό και τον χαρακτήρα της; Ευτυχώς υπάρχει εκεί και φέτος. Γιατί το períptero (περίπτερος) είναι μέρος της ελληνικής καθημερινότητας και απαραίτητο στοιχείο των δρόμων κάθε ελληνικής πόλης.

Το περίπτερο της γειτονιάς εξυπηρετεί τις τοπικές ανάγκες από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Είτε νωρίς το πρωί είτε αργά το βράδυ, το περίπτερο είναι το πρώτο και το τελευταίο μέρος όπου απευθύνονται οι Έλληνες για να αγοράσουν την εφημερίδα τους, τσιγάρα, παγωτό ή αναψυκτικά. Τον καιρό πριν τα κινητά τηλέφωνα, ήταν επίσης το μέρος όπου μπορούσαν να κάνουν ένα τηλεφώνημα. Τα περίπτερα πωλούν ότι μπορεί κανείς να φανταστεί, από στυλό, αναπτήρες, καρτ-ποστάλ, γραμματόσημα και ξυραφάκια μιας χρήσης, κομπολόγια και μπεγλέρια, το αντίδοτο των Ελλήνων σε όσους κόβουν το κάπνισμα.

Αργά το βράδυ, αφού κλείσουν και τα τελευταία μαγαζιά, εξακολουθείς να μην χρειάζεται να περπατήσεις πολύ μακριά για να βρεις κάποιο ανοιχτό περίπτερο. Σύμφωνα με μια πρόσφατη εκτίμηση, υπάρχουν περίπου 46.000 περίπτερα σε όλη την Ελλάδα, εκ των οποίων τα 1.2000 στο κέντρο της Αθήνας, 5.500 σε ολόκληρη την πρωτεύουσα και 1.500 στη Θεσσάλονικη. Στο Ρέθυμνο υπάρχει πρακτικά από ένα σε κάθε γωνία. Συνήθως είναι ανοιχτά όλη τη μέρα, από το πρωι έως αργά το βράδυ, επτά μέρες τη βδομάδα.

Ορισμένα από τα αγαπημένα μου περίπτερα είναι ένα στην πλατεία Συντάγματος, έξω από το Υπουργείο Οικονομικών στην Αθήνα, όπου κατάφερα να βρω οδοντόβουρτσα και κάλτσες αργά ένα βράδυ, αφότου οι βαλίτσες μου δεν έφθασαν στην Ελλάδα μαζί μου. Επίσης ένα άλλο είναι στην πλατεία Βενιζέλου στο Ηράκλειο, το οποίο έχει μια απίστευτη γκάμα από εφημερίδες.

Ως βασικό μέρος πώλησης καταναλωτικών αγαθών, τα περίπτερα έχουν πολλή δουλειά σε όλη την Ελλάδα. Συνεισφέρουν έως και 5% στο ΑΕΠ της Ελλάδας και ο μέσος τζίρος τους μπορεί να φτάσει τα 1.500 ευρώ. Λέγεται ότι ένα περίπτερο που βρίσκεται σε καλή τοποθεσία μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 2.500 ευρώ τη μέρα. Ακόμη και σε αυτές τις κακές για την ελληνική οικονομία μέρες, πολλά περίπτερα έχουν δει τα έσοδά τους να αυξάνονται από την αύξηση του τουρισμού.

Τα τρια βασικά προιόντα ενός περιπτέρου είναι τσιγάρα, εφημερίδες και παγωτά (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Τα τρια βασικά προιόντα ενός περιπτέρου είναι τσιγάρα, εφημερίδες και παγωτά. Η ελληνική νομοθεσία επιτρέπει ένα σημείο πώλησης ειδών καπνών ανά 400 κατοίκους και μιας και τα περίπτερα εκμεταλλεύονται στο έπακρο αυτό το όριο, αποτελούν σχεδόν το μονοπώλιο της πώλησής τσιγάρων.

Η Ελλάδα διαθέται έναν μεγάλο αριθμό καθημερινών πανελλαδικών και τοπικών εφημερίδων. Τα περισσότερα περίπτερα απλώνουν τις εφημερίδες σαν μπουγάδα σε ένα σκοινί – πολλοί μάλιστα χρησιμοποιούν μανταλάκια για να εξασφαλίσουν μια άνετη ανάγνωση των πρωτοσέλιδων από τους περαστικούς.

Σε ότι αφορά τα παγωτά, πολλά περίπτερα λειτουργούν στα όρια της νομοθεσίας. Θεωρητικά μπορούν να πωλούν γαλακτομικά προιόντα σε κάποια ελεγχόμενη απόσταση από τα σουπερμάρκετ. Τοπικά υπάρχουν και περιορισμοί όπως δύο ψυγεία ανά περίπτερο, όμως οι διανομείς των παγωτών, των αναψυκτικών, στην προσπάθειά τους να προωθήσουν τα προιόντα τους, πιέζουν τους περιπτεράδες να βάλουν κι άλλα ψυγεία που στο τέλος πιάνουν χώρο από το πεζοδρόμιο.

Πολλοί τοπικοί αξιωματούχοι κάνουν τα στραβά μάτια, ωστόσο άλλοι, με περισσότερο ζήλο, κυνηγούν τους περιπτεράδες με τα πολλά ψυγεία. Οι υπάλληλοι των περιπτέρων βρίσκονται από τη μια στο έλεος των τοπικών ελεγκτικών αρχών όμως, από την άλλη, είναι και τρομερά αδύναμοι όταν έχουν να κάνουν με τους ιδιοκτήτες των περιπτέρων.

Ένα σύγχρονο περίπτερο στο σύγχρονο κομμάτι της πόλης του Ρεθύμνου (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Πάντως δεν μπορείς να αγοράσεις ένα περίπτερο. Σύμφωνα με έναν νόμο του 1949, μόνο τραυματίες πολέμου που παίρνουν σύνταξη από το Υπουργείο Άμυνας, μπορούν να έχουν στην ιδιοκτησία τους περίπτερο. Κι αυτό παρ’ όλο που έχουν περάσει δεκαετίες από τότε που η Ελλάδα έστειλε στρατό στα Βαλκάνια, οι σχέσεις με την Τουρκία έχουν πλέον εξομαλυνθεί και τα ελληνικά στρατεύματα δεν έχουν πολεμήσει σε κάποιο πόλεμο πρόσφατα.

Επομένως, ιδιοκτήτες των περιπτέρων είναι συνήθως χήρες ενστόλων ή αστυνομικών ή ένστολοι που τραυματίστηκαν εν καιρό ειρήνης. Οι περισσότεροι ασχολούνται με την καθημερινή λειτουργία του περιπτέρου, πολλά από τα οποία έχουν περάσει σαν κληρονομιά στις νέες γενιές.

Ο συγκεκριμένος νόμος επιτρέπει την ενοικίαση των περιπτέρων για περιόδους 3 ετών, οι οποίες ανανεώνονται και εκτιμάται ότι λιγότερο από το 5% των περιπτέρων διαχειρίζονται από τους ιδιοκτήτες τους, με το υπόλοιπο 95% να ενοικιάζονται. Οι ιδιοκτήτες συνήθως ζητούν μεγάλα ποσά εφάπαξ στην αρχή και υψηλά εβδομαδιαία ενοίκια στη συνέχεια.

‘The kiosk. / Standing on its feet all day/ with its small-stock melancholy, / dressed / in its afternoon papers’ (Photograph: Patrick Comerford, 2013)

‘Το περίπτερο. / στέκεται όρθιο όλη μέρα / με τη μελαγχολία της πραμάτειάς του / ντυμένο / με τις απογευματινές εφημερίδες. (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Η Κική Δημουλά αποτύπωσε πολλές φορές την καθημερινή ζωή της Αθήνας στα ποιήματά της. Στο ποιήμά της «Πένθος εις την Πλατεία Κυψέλης» γράφει:

…το περίπτερο.
Με την ορθοστασία του,
την ψιλική μελαγχολία του,
ντυμένο
τις απογευματινές του εφημερίδες.


Όμως η πραγματικότητα είναι λιγότερο μελαγχολική και με περισσότερο χρώμα. Τα μικροσκοπικά αυτά μαγαζάκια είναι συνήθως σαν ξύλινες καμπίνες. Κάποτε ήταν βαμμένα κίτρινα ενώ σήμερα πολλά από αυτά είναι φτιαγμένα από ατσάλι.

Τα περίπτερα είναι συνήθως πολύχρωμα και σπάνια εκπέμπουν μελαγχολία (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Το νόμιμο μέγεθος ενός περιπτέρου είναι σχετικά μικρό, μόνο 1,9 τετραγωνικά για το κεντρικό κουβούκλιο και με περίμετρο ενός μέτρου η οποια χρησιμοποιείται για την ανάρτηση των εφημερίδων, 1-2 ψυγεία ή κάποιον καταψύκτη για παγωτά. Η πραμάτεια όμως συνήθως ξεχύνεται παραπέρα και πολλές φορές καταλαμβάνει περισσότερο χώρο κι από το ίδιο το κουβούκλιο. Λόγω της ευκολίας που προσφέρει στους πελάτους του, λίγοι παραπονιούνται για τον χώρο, εκτός ίσως από τους παρακείμενους καταστηματάρχες.

Το κεντρικό κουβούκιο έχει συνήθως μικρά παράθυρα στις τρεις πλευρές και μια πόρτα στην πίσω πλευρά. Συνήθως μόνο το μπροστινό παράθυρο χρησιμοποιείται για τις συναλλαγές ενώ τα άλλα δύο χρησιμοεύουν για να ελέγχει ο περιπτεράς το μαγαζί και τα προιόντα του. Τις περισσότερες φορές ο πωλητής εργάζεται μόνος. Μέσα στο κουβούκλιο υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα που δεν υπάρχει χώρος για δεύτερο άτομο.

Αν και πλέον όλοι σήμερα έχουν από ένα (ή και δύο) κινητά τηλέφωνα, κάποια περίπτερα εξακολουθούν να έχουν τηλέφωνο για να κάνει κάποιος μια κλήση.

Το περίπτερο προστατεύεται συνήθως από μια χρωματιστή λινάτσα η οποία τις περισσότερες φορές έχει διαφημίσεις για τσιγάρα ή αναψυκτικά. Στα άκρα της κρέμονται κομπολόγια, εφημερίδες, πλαστικά παιχνίδια για την παραλία και καρτ ποστάλ. Επιπλέον κάποια περίπτερα διαθέτουν τηλεκάρτες για σταθερή και κινητή τηλεφωνία, γλυκά, περιοδικά κα. Ορισμένα πωλούν κασκόλ ποδοσφαιρικών ομάδων και καρφίτσες με ελληνικές σημαίες ή το σήμα της τοπικής ομάδας.

Στα περίπτερα μπορεί κανείς να βρει επίσης σοκολάτες, τσίχλες, παστέλι, μπαταρίες, στυλό, αυτοκόλλητα, πετσέτες, ξυραφάκια, σαμπουάν, αντισυλληπτικά, εισιτήρια συγκοινωνιών αλλά και για θέσεις στάθμευσης. Σε αρχαιολογικούς χώρους όπως στην Ακρόπολη ή στην Κνωσσό, πωλούνται τουριστικοί οδηγοί, χάρτες, σουβενίρ και φθηνά αγαλματίδια.

Πολύ λίγα περίπτερα δέχονται πιστωτικές κάρτες. Η αναμενόμενη μέθοδος πληρωμής είναι να βάλεις τα χρήματά σου στον μικρό δίσκο που μοιάζει με πολύχρωμο τασάκι και κατόπιν τα ρέστα σου θα τοποθετηθούν στο ίδιο μέρος. Παλιότερα, μιας και πρόκειται για επιχειρήσεις που βασίζονται κυρίως στο ρευστό, τα περίπτερα δέχονταν πολλές επιθέσεις από κλέφτες που ζητούσαν είτε μετρητά είτε κάρτες κινητής τηλεφωνίας. Πλέον απομένει να διαπιστώσουμε εάν οι νέες απειλές για την επιβίωση των περιπτέρων είναι η ύφεση στην ελληνική οικονομία ή οι αντικαπνιστικοί νόμοι και η υψηλή φορολογία στα τσιγάρα.

Ένα ηλιόλουστο περίπτερο στην παραλία του Ρεθύμνου (Φωτογραφία: Patrick Comerford, 2013)

Ο Patrick Comerford είναι κληρικός της αγγλικανικής Εκκλησίας της Ιρλανδίας, καθηγητής Αγγλικανισμού στο Θεολογικό Ινστιτούτο της Εκκλησίας της Ιρλανδία και βοηθός καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Δουβλίνου. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες Lichfield Mercury, Wexford People και στους Irish Times όπου ήταν συντάκτης διεθνούς ρεπορτάζ μέχρι το 2002. Η ιστοσελίδα του είναι εδώ: http://www.patrickcomerford.com/